ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ – 14/8/2010 ΕΦΥΓΕ ΑΠΟ ΤΗ ΖΩΗ Ο ΡΑΛΛΗΣ ΚΟΨΙΔΗΣ

ΓΡΑΦΕΙ Η ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ

1929-2010 «ποιητής του ελάχιστου, λάτρης του απέριττου, υμνωδός του ταπεινού»

Ηλίας Παπαδημητρακόπουλος

Σήμερα συμπληρώνονται 15 χρόνια από τον θάνατο του μεγάλου Λημνιού ζωγράφου και αγιογράφου Ράλλη Κοψίδη.

Ήταν παραμονή Δεκαπενταύγουστου του 2010 όταν ο μεγάλος Λημνιός ζωγράφος, αγιογράφος και συγγραφέας Ράλλης Κοψίδης ταξίδεψε “επί πτερύγων ανέμων” για το μακρινό ταξίδι το δίχως γυρισμό. Γεννήθηκε στη Λήμνο το 1929 και έζησε τα παιδικά του χρόνια κάτω από τη σκιά του Ενετικού Κάστρου εξερευνώντας τα στενά δρομάκια της πόλης που τον γέννησε και που πολύ αγάπησε, της Μύρινας. Σημαντικός σταθμός στη ζωή του και την τέχνη του στάθηκε η γνωριμία και η μαθητεία του κοντά στον μεγάλο δάσκαλο βυζαντινής αγιογραφίας Φώτη Κόντογλου.

Το κείμενο που ακολουθεί το διαβάζουμε στον κατάλογο της έκθεσης με έργα του Κοψίδη στην Δημοτική Πινακοθήκη Πάτρας την άνοιξη του 1994:

Τὰ ἀνεξήγητα

«Ὅταν πρόκειται γιὰ τὴν ζωγραφική, τὰ λόγια φεύγουν μέσα ἀπ᾽ τὰ χέρια μου. Πετοῦν σὰν σιωπηλὰ πουλιὰ καὶ χάνονται μακρυά.»

«Γράψε δυὸ λόγια γιὰ τὴν ζωγραφική», σημαίνει: ἔμπα μέσ᾽ στὴν καρδιὰ τῆς σιωπῆς γιατὶ αὐτὸ εἶναι ἡ ζωγραφική.

Κι ἀφοῦ ἀντικρύσεις τὰ ἄδηλα καὶ τὰ κρύφια, τὰ νομιζόμενα καὶ οὐ βλεπόμενα, κατανοεῖς τὴν πτωχεία τῶν λέξεων, τὴν ἀνεπάρκεια τῆς λογικῆς.

Τὸ πρόβλημα ὑπάρχει μέσ᾽ τὴν καρδιὰ τῶν ἐποχῶν: Πόσο εἶναι μπορετὸ νὰ ἑρμηνεύσεις; Κατανοῶντας τὸ ἀνυπέρβλητο, κάθομαι σὲ μιὰ πέτρα ἔξω ἀπ᾽ τὴν κεκλεισμένη θύρα τοῦ νοητοῦ κήπου, ὅπου μαντεύω τὰ εὐφρόσυνα ἄνθη χωρὶς νὰ μπορῶ νὰ τ᾽ ἀντικρύσω, καὶ συλλογιέμαι τὴν δυσκολία τοῦ ἐγχειρήματος. Δέος μὲ κυριεύει μπροστὰ σ᾽ αυτό. Κι ἔτσι πιάνω καὶ ζωγραφίζω. Δουλεύω σ᾽ αὐτὴν τὴν τέχνη τῆς σιωπῆς, ἀπὸ τότε ποὺ θυμᾶμαι τὸν ἑαυτό μου, παιδὶ σ᾽ ἕνα μακρυνὸ νησί, κι ἔπειτα σ᾽ ἕνα θρακιώτικο ἀκρογυάλι μὲ τὴν βαθύτατη ἐπίγνωση πὼς κι ἡ ἁπλὴ γειτονία κι ἡ ἁπλὴ προσέγγιση σ᾽ ἕναν τέτοιο κῆπο εἶναι δώρημα μέγα καὶ πρέπει νὰ εἶμαι ἕτοιμος πάντα γιὰ ἕνα μεγάλο εὐχαριστῶ. Καὶ ἴσως, ποιός ξέρει, ὅταν ὁ ζόφος κάπως λιγοστέψει, κι ἀνοίξουν στιγμιαῖα οἱ οὐρανοί, ν᾽ ἀξιοποιηθεῖ κι ἐγώ, ὁ τῶν σχημάτων καὶ χρωμάτων θηρευτὴς καὶ θεωρὸς τῶν ἀνεξήγητων, ν᾽ ἀκιωθῶ τὴν πολυπόθητη ἐνατένιση…

Στὸ μεταξὺ διάγω κι ἐγὼ ἐν μεγίστῃ ἀπορίᾳ, ὅπως ὅλοι, ὑπηρετώντας τὴν τέχνη τῆς Σιωπῆς, κατὰ νοῦν ἔχων πάντοτε τὰ πανάρχαια ἀρχέτυπα.

Αὐτὰ ποὺ ὅλοι οἱ ζωγράφοι ὀνειρεύονται νὰ προσεγγίσουν. Ὅλοι, πιστέψτε με, ὅλοι.

Ράλλης Κοψίδης

1992, Γλυφάδα»