
Ενώνοντας τις ευχαριστίες μου με αυτές των παιδιών του και των λοιπών συγγενών σχετικά με τη συμπαράσταση του κόσμου της Λήμνου στο πένθος μας για την πρόσφατη απώλεια του αγαπητού καθηγητή φιλολόγου και αγαπημένου μου θείου Γεωργίου Μπαραμπούτη, παραθέτω ένα κείμενό του που ανέγνωσα κατά την εξόδιο ακολουθία του απελθόντος. Ο θείος μου το έγραψε για να ενταχθεί σε ένα λεύκωμα που σχεδίασα συνεργατικά στη δεκαετία του 2010 και είχε ως στόχο να αναδείξει, μεταξύ άλλων, την πρόσληψη της Λήμνου. Την εποχή εκείνη ο θείος μου είχε συνταξιοδοτηθεί και ασχολούνταν με γεωργικές εργασίες στο κτήμα του, γι’ αυτό και υπέγραψε το κείμενο ως «αγροτοεισοδηματίας», με το χιούμορ που τον χαρακτήριζε. Το λεύκωμα δεν είδε το φως της δημοσιότητας και το κείμενο του θείου μου έμεινε στο συρτάρι μου. Είναι καιρός να δημοσιευτεί ως έκφραση της σχέσης του με το Νησί και ως αποχαιρετισμός.
Δέσποινα Δούκα
…ένα άλλο παραμύθι για τη Λήμνο…
(έχουν γράψει πολλοί, έχουν πει άλλοι τόσοι για τα καλά και τα κακά της Λήμνου. Μυθολογία, Ιστορία, προφορική παράδοση, σύγχρονη διαφήμιση και προβολή, έργα υποδομής… μαγευτικές ακρογιαλιές, πέρδικες και κουνέλια για κυνήγι… όλα καλά και άγια για το Νησί, αλλά… για άλλους! Για μένα ένα είναι το παραμύθι…).
… 18 χρονώ το 1953 κατάφερα να φτάσω στην ογδόη τάξη του Γυμνασίου Αμαρύνθου (Κάτω Βάθειας – Άνω Βάθεια ήταν το δικό μου χωριό –). Τι Γυμνάσιο δηλαδή! Παράρτημα του 2ου Γυμνασίου Χαλκίδας. Όλοι κι όλοι τρεις οι Καθηγητές, που τους προσλάμβανε η Κοινότητα, και κάθε μαθητής πλήρωνε -10- δραχμές το μήνα.
Είκοσι αγόρια, δέκα κορίτσια στην ογδόη και θα είχαμε την ξεχωριστή εύνοια να μας διδάξει τα Αρχαία Ελληνικά ο Γυμνασιάρχης του 2ου Γυμνασίου Χαλκίδας.
Άρχισαν τα μαθήματα και ο Γυμνασιάρχης ανακοίνωσε στην τάξη μας τα εξής: «Εφέτος δεν θα σας διδάξω την Αντιγόνη ή τον Οιδίποδα Τύραννο, όπως ορίζει το πρόγραμμα του Υπουργείου, αλλά το Φιλοκτήτη. Μην ψάξετε στο εμπόριο για μεταφράσεις, δεν υπάρχουν, και το κείμενο το εκτύπωσα εγώ και θα πληρώσετε -10- δραχμές, για να σας το προμηθεύσω».
Κι άρχισαν τα μαθήματα!
«Νάτος ο έρμος ο γιαλός της Λήμνου,
που ανθρώπου πόδι δεν πατεί».
Αυτή είναι η εισαγωγή στο Φιλοκτήτη, σε ελεύθερη απόδοση. Τι ήταν αυτή η Λήμνος; Είχα ακούσει στο χωριό μου να λένε για το στάρι «Λήμνος», που ήταν το καλύτερο. Όμως κάτι καρφώθηκε στο μυαλό μου! Πού να το φανταστώ ότι από τη στιγμή εκείνη «βγήκα στον πηγεμό… για τη Λήμνο».
Τέλειωσε η χρονιά, πήρα το απολυτήριο και μπήκα στο Πανεπιστήμιο – στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Και νόμισα ότι με τη Λήμνο ξεμπέρδεψα! Αμ…δε… Το διοριστήριο έγγραφο του ΥΠΕΠΘ έγραφε: «Διορίζεσθε ως καθηγητής Φιλόλογος επί μισθώ δραχμών -2222- στη ΙΘ΄ Περιφέρεια». Ποια ήταν αυτή η Περιφέρεια; Κι εδώ, ξαναρχίζομε τα ίδια με τη Λήμνο. Στη ΙΘ΄ Περιφέρεια υπάγονταν τα νησιά Χίος, Λέσβος και Λήμνος. «Διάλεξε, κύριε συνάδελφε» μου είπε ο Επιθεωρητής στη Μυτιλήνη, στον οποίο παρουσιάστηκα και ορκίστηκα, «μεταξύ Χίου και Λήμνου, γιατί η Μυτιλήνη είναι κεκορεσμένη, δεν υπάρχει δηλαδή θέση για σένα». Λες κι εγώ ήθελα τη Λέσβο ή τη Χίο. Χωρίς δισταγμό απάντησα «διαλέγω τη Λήμνο».
Στην απορία, που είδα στα μάτια του, είπα μέσα μου «ξέρω τι κάνω, ακολουθώ το… πεπρωμένο μου». Γιατί τώρα πια το έβλεπα ξεκάθαρα. Κάτι με οδηγούσε στη Λήμνο. Πάντως από τη Μυτιλήνη στη Λήμνο με οδήγησε το πλοίο. Σε όλο το ταξίδι ένιωθα παράξενα συναισθήματα και όλα όσα είχαμε ακούσει από τον ποιητή για τη Φιλοκτήτη και τη Λήμνο ξαναγύριζαν ζωντανά στο μυαλό μου.
«Νάτος ο έρμος ο γιαλός της Λήμνου,
που ανθρώπου πόδι δεν πατεί».
Απόγεμα πλησιάζαμε και τι ήταν εκείνο που έβλεπα; Μήπως ο καπετάνιος μάς πήγαινε σε άλλο Νησί; Ποιος έρμος γιαλός; Αν έκρινα απ’ αυτό που έβλεπα, μπαίνοντας στο λιμάνι, όχι μόνο έρημος δεν ήταν, αλλά και παραείχε κόσμο. Ήταν, βλέπετε, και Κυριακή απόγεμα και όλη η Μύρινα ήταν εκεί. Το πλοίο έδεσε αρκετά έξω και οι επιβάτες βγήκαμε με τη μαούνα. Μικρή περιπέτεια για την εποχή εκείνη, αλλά βγαίνοντας στο Νησί, είμαι σίγουρος ότι σε όλους συνέβαινε, όπως έγινε και με εμένα, αμέσως ξέχασα την ταλαιπωρία και άρχισα να νιώθω «σαν στο σπίτι μου, σαν στο χωριό μου». Κάτι, φαίνεται, ήξερε ο Φιλοκτήτης, που έμεινε τόσα χρόνια, και παρά τα παρακάλια και τις πιέσεις του Οδυσσέα δεν ήθελε να φύγει. Εκείνος έμεινε δέκα χρόνια. Εγώ έχω περάσει τα σαράντα, και δεν μπορώ να ξέρω πόσα ακόμη, όμως θα μείνω για πάντα.
Γιατί «βγήκα στον πηγεμό… για τη Λήμνο», το ταξίδι δεν μου έδωσε τόσα, όσα μου έδωσε η Λήμνος._
Γ.Ι. Μπαραμπούτης
Αγροτοειδοσηματίας
Ο θείος μου έφυγε στις 22-8-2025 στο σπίτι του, στο Νησί, μετά από 59 χρόνια ζωής σε αυτό. Ας είναι ελαφρύ το χώμα της Λήμνου που τον σκεπάζει…
*Ευχαριστούμε τη Δέσποινα Δούκα που μας επέτρεψε να δημοσιεύσουμε το κείμενο.
